Γιατί οφείλουμε να απορρίψουμε την καθεστηκυία πολιτική ;
I
1. Τι είναι η καθεστηκυία πολιτική ; Είναι οι εκλογές, τα πολιτικά κόμματα, τα συνδικάτα, και οι άνθρωποι – επαγγελματίες συνήθως όταν πρόκειται για κόμματα και συνδικάτα – οι οποίοι συμμετέχουν και συμβάλλουν στη λειτουργία τους. Είναι με μια λέξη το πολιτικό καθεστώς που κυριαρχεί σήμερα όχι τόσο λόγω της απουσίας ανοιχτής αμφισβήτησης όσο λόγω έλλειψης μιας αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης.
2. Αυτό το πολιτικό καθεστώς αυτοανακηρύσσεται δημοκρατικό. Ποιό είναι στα χαρτιά το υπέρτατο επιχείρημά του ; Το ότι ο λαός είναι η πηγή της εξουσίας. Ποια είναι όμως στην πράξη η έσχατη πηγή της νομιμοποίησής του ; Οι εκλογές. Δηλαδή, με ακριβείς και αδιαμφισβήτητους όρους, η ψήφος των πολιτών (εκλογέων/θεατών) κάθε 4 χρόνια για να εκλέξουν αυτούς που θα αποφασίζουν αντί για αυτούς επί 4 χρόνια. Οι εκλογείς δεν αποφασίζουν για τις βασικές κατευθύνσεις της κοινωνίας και τους νόμους που την αφορούν, υποδεικνύουν μόνο τα πρόσωπα που θα αποφασίζουν για λογαριασμό τους.
3. Αν, όμως, δεχτούμε ότι η δημοκρατία, όπως η ίδια η λέξη το ορίζει, είναι η εξουσία του δήμου, το καθεστώς δεν είναι δημοκρατικό. Αν συγκεκριμενοποιήσουμε πιο πολύ το περιεχόμενο της εξουσίας του λαού ως το δικαίωμα όλων στις αποφάσεις των βασικών κατευθύνσεων της χώρας και φυσικά στις αποφάσεις για τους θεμελιώδεις νόμους, και στην άσκηση ακόμα της δικαστικής εξουσίας, επιβεβαιώνεται ότι το καθεστώς δεν είναι δημοκρατικό. Το όνομά του δεν έχει τόση σημασία. Μερικοί, επικριτές αυτού του καθεστώτος (Castoriadis, Hannah Arendt), ή και υποστηρικτές του (Maurice Duverger), το ονομάζουν ολιγαρχικό. Λίγο ενδιαφέρει. Το ουσιώδες είναι ότι το αντιπροσωπευτικό καθεστώς δεν είναι δημοκρατικό, και η αυτοανακήρυξή του ως δημοκρατία (αντιπροσωπευτική) είναι ψευδής και υποκριτική.
4. Θα μας αντιτείνουν ότι η καθεστηκυία πολιτική δεν είναι μόνο οι εκλογές. Οι συμμετέχοντες στο κυρίαρχο πολιτικό καθεστώς θα μας πούν ότι η καθεστηκυία πολιτική είναι επίσης το δικαίωμα στην ελεύθερη, γραπτή ή προφορική, έκφραση των απόψεων, το δικαίωμα στις διαδηλώσεις και τις απεργίες, το δικαίωμα σε μια επιλεγμένη ελεύθερα από τον καθένα ιδιωτική ζωή, το δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία και ούτω καθεξής.
Απέναντι σε μια τέτοια επιχειρηματολογία, που εκλαμβάνει τη δημοκρατία ως εκλογές συν τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, προσθέτοντας τώρα και τη διακόσμηση των δημοσκοπήσεων, μπορούμε να αντιτείνουμε τα ακόλουθα επιχειρήματα. Καταρχάς, τα δημοκρατικά δικαιώματα δεν κατακτήθηκαν μέσα στα όρια της καθεστηκυίας πολιτικής αλλά με την απόρριψη και τη διάρρηξη αυτών των ορίων. Η καθεστηκυία εξουσία επιδιώκει πάντα να παρουσιάζει την αναγνώριση ενός δικαιώματος ως δωρεά που προέρχεται από αυτή, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν προηγηθεί μακρόχρονοι αγώνες για την αναγνώριση αυτού του δικαιώματος. Το δικαίωμα της ψήφου των γυναικών δεν προέκυψε από το δικαίωμα της ψήφου των ανδρών. Κατόπιν, το θέμα της δυνατότητας της αποτελεσματικής άσκησης αυτών των δικαιωμάτων τίθεται συνεχώς. Έχω μεν το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης της γνώμης μου, αλλά πού και πώς θα μπορούσα να εκθέσω εδώ και τώρα τη γνώμη μου ως απλός πολίτης ; Ποιές επιπτώσεις θα έχει αυτή η έκφραση ; Εξάλλου, αυτά τα δικαιώματα δεν είναι εγγυημένα μια για πάντα και μπορούν κάλλιστα να καταργηθούν από μια κυβερνητική εξουσία προερχόμενη νόμιμα από τις κάλπες.
Ας υπογραμμίσουμε ότι καμμιά διαδικασία συλλογικής διαβούλευσης (σύσκεψης) των πολιτών – έστω κι αν είναι εκλογείς – δεν προβλέπεται μέσα στο ισχύον πολιτικό καθεστώς. Να, λοιπόν, ένα τελείως δημοκρατικό δικαίωμα το οποίο δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί. Είναι αλήθεια ότι τα μέλη ενός κόμματος ή ενός συνδικάτου διαβουλεύονται από κοινού. Είναι επίσης αλήθεια ότι, κατά τις κινητοποιήσεις, τα ενδιαφερόμενα άτομα διοργανώνουν γενικές συνελεύσεις. Οι πολίτες όμως ποτέ, ενώ θα μπορούσαν π. χ. μέσα σε ένα εκλογικό κέντρο.
Ωστόσο, το αποφασιστικό επιχείρημα είναι άλλο. Αυτοί που αποφασίζουν για τις βασικές κατευθύνσεις μιας σύγχρονης κοινωνίας δεν είναι οι πολίτες (με όλα τα δικαιώματα του κόσμου όσα μπορεί και όσα δεν μπορεί κανείς να έχει), αλλά οι επαγγελματίες της πολιτικής. Ο πολίτης, στην πραγματικότητα ο ψηφοφόρος – αφού από τα πράγματα ο πολίτης συρρικνώνεται όλο και περισσότερο σε ψηφοφόρο –, συμμετέχοντας στις εκλογές και εκλέγοντάς τους, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να νομιμοποιεί την εξουσία τους. Ο αποφασιστικός χαρακτήρας αυτού του επιχειρήματος αναδεικνύεται πλήρως αν κάνουμε την ακόλουθη υπόθεση : σε αποφασιστικές για το ισχύον καθεστώς εκλογές, σημαντικός αριθμός πολιτών δεν προσέρχεται στις κάλπες. Θα δούμε τότε ότι προσβάλλεται η νομιμοποίηση του καθεστώτος, και μια άβυσσος ανοίγει ανάμεσα στην εξουσία, που δεν έχει άλλη πηγή νομιμοποίησης παρά τον υπάκουο λαό ψηφοφόρων, και τους πολίτες που απαιτούν να αποφασίζουν αυτοί.
Ασκώντας ελεύθερα όλα τα δικαιώματά του, ο πολίτης δεν έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει ουσιαστικά στις αποφάσεις για τις βασικές κατευθύνσεις της κοινωνίας. Μπορεί μόνο να εκτρέψει την πολιτική μιας κυβέρνησης. Ο ρόλος του περιορίζεται σε μια αμυντική, διορθωτική, λειτουργία διαμαρτυρόμενου. Δεν συμμετέχει σε καμιά συλλογική διαβούλευση δημιουργίας νέων ιδεών και αυθεντικών προτάσεων.
Μια μικρή παρένθεση είναι εδώ αναγκαία. Δεν πρέπει να συγχέουμε τη γενική κατάσταση – δημοκρατική ή μη – μιας κοινωνίας με το πολιτικό της καθεστώς και το πολιτικό της σύστημα. Αναφέρομαι εδώ σε μια σαφή διάκριση που προτείνω για αυτές τις τρεις έννοιες, οι οποίες εμφανίζονται συγκεχυμένες στα γραπτά των αναλυτών. Το πολιτικό καθεστώς είναι στις δυτικές κοινωνίες η «αντιπροσωπευτική δημοκρατία». Το πολιτικό σύστημα είναι, π. χ. στην περίπτωση της σημερινής Γαλλίας, αυτό που ονομάζεται Ve République, του οποίου η ιδιαιτερότητα, ως προς άλλες χώρες του ίδιου πολιτικού καθεστώτος, είναι η εκλογή του προέδρου της République με άμεση καθολική ψηφοφορία. Η γενική κατάσταση της κοινωνίας, έννοια προερχόμενη από τον Tocqueville, δηλώνει, στην περίπτωση της ίδιας χώρας, τους ιδιαίτερους θεσμούς της με την πιο πλατιά έννοια, όπως π. χ. ο διαχωρισμός Εκκλησίας και Κράτους (laïcité), που μάλλον είναι επίσης ιδιαιτερότητα της Γαλλίας ως προς τη δυτική Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως. Υπάρχει αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αυτές τις έννοιες/πραγματικότητες, αλλά για την κυβερνητική εξουσία αποφασιστικό είναι το πολιτικό καθεστώς/πολιτικό σύστημα, και αυτό το καθεστώς/σύστημα βασίζεται στις εκλογές. Και όσο είναι βέβαιο ότι το καθεστώς/πολιτικό σύστημα της σημερινής Γαλλίας συνιστά μια ολιγαρχία («monarchie républicaine», κατά το γνωστό οξύμωρο), άλλα τόσο είναι σίγουρο ότι η γενική κατάσταση της κοινωνίας της περιλαμβάνει ισχυρά δημοκρατικά στοιχεία. (Ένα από τα στοιχεία αυτά είναι ότι έχω το δικαίωμα να γράψω και ενδεχομένως να διακινήσω τούτο το κείμενο). Αλλά, τα δημοκρατικά αυτά στοιχεία δεν κάνουν μια δημοκρατική κοινωνία, διότι αν ήταν έτσι, θα καταλήγαμε σε μια αντίφαση πιο κραυγαλέα : δημοκρατική κοινωνία της οποίας το πολιτικό καθεστώς είναι ολιγαρχικό.
5. Τι είναι η καθεστηκυία πολιτική ; Είναι οι εκλογές που νομιμοποιούν μια ελίτ, προσχηματισμένη και προορισμένη, να αποφασίζει για την τύχη των υποκειμένων της. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το σύγχρονο κυρίαρχο πολιτικό φαντασιακό περιορίζεται στη φαντασιακή σημασία του δικαιώματος ψήφου.
ΙΙ
6. Με βάση αυτή την απλή διαπίστωση, είναι φανερό ότι κανένας ριζικός και δημοκρατικός μετασχηματισμός δεν μπορεί να γίνει στη σημερινή κατάσταση της κοινωνίας χωρίς την οριστική εγκατάλειψη, από έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτών, της καθεστηκυίας πολιτικής. Δεν υπάρχει κανένα μέσο για να δημιουργηθεί ένα σχέδιο συλλογικό, πολιτικό με την ουσιαστική έννοια του όρου : αμφισβήτηση της συνολικής θέσμισης της σημερινής κοινωνίας και όλων των θεσμών της, χωρίς την αποφασιστική και κατηγορηματική απόρριψη της καθεστηκυίας πολιτικής.
7. Σίγουρα, το να μη ψηφίζουμε στις εκλογές δεν αρκεί. Είναι όμως μια συμβολική πράξη ύψιστης σημασίας, πρώτο σημαντικό βήμα για να οραματιστούμε μια ουσιαστική πολιτική. Διότι οι εκλογές δεν είναι τελικά μόνο μια διαδικασία νομιμοποίησης της κυβερνητικής εξουσίας. Στο βάθος, ή μάλλον υπεράνω, βρίσκεται ένα πολιτικό φαντασιακό το οποίο, υποκριτικά εν ονόματι της πολιτικής ισότητας όλων, διαχωρίζει τα μέλη της κοινωνίας σε αυτούς που είναι προορισμένοι να κυβερνούν και σε αυτούς που προορίζονται και διατίθενται να κυβερνηθούν. Και τούτο, δια βίου και για πάντα.
Καμιά εναλλακτική πολιτική δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς τη ρητή αμφισβήτηση αυτής της πρωταρχικής διαίρεσης στην οποία θεμελιώνεται η καθεστηκυία πολιτική, χωρίς την αμφισβήτηση των υπέρτατων αξιών του ισχύοντος πολιτικού καθεστώτος και ολόκληρης της κοινωνίας. Ο πιο αλλοτριωμένος τρόπος να κάνει κάποιος σήμερα – κυρίως σήμερα – πολιτική, είναι να συμμετέχει στην καθεστηκυία πολιτική. Έχω τη βαθιά πεποίθηση ότι η πιο αλλοτριωτική μορφή αναφοράς στην πολιτική είναι η συμμετοχή στις εκλογές.
Ο σκληρός πυρήνας του κυρίαρχου σήμερα πολιτικού φαντασιακού είναι το δικαίωμα ψήφου. Να γιατί, η κεντρική και συγκεκριμένη θέση μου, για μια πολιτική στάση ριζικής αντίθεσης στο ισχύον καθεστώς, είναι χωρίς κανένα δισταγμό η αποχή, η συνειδητή άρνηση αυτού του δικαιώματος. Ολοφάνερα, δεν πρόκειται για άρνηση που σημαίνει αδιαφορία. (Έχω πάθος για την πολιτική.) Δεν είναι άρνηση που προέρχεται από την υποτίμηση ή την περιφρόνηση των κατακτημένων δικαιωμάτων. Οφείλουμε να προφυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού τα κατακτημένα δημοκρατικά δικαιώματα, και το δικαίωμα ψήφου, αλλά για να παίρνουμε αποφάσεις και όχι για να ψηφίζουμε πρόσωπα. Πρόκειται λοιπόν για άρνηση του ισχύοντος πολιτικού φαντασιακού, άρνηση νομιμοποίησης αυτών που αποφασίζουν για μένα, για μας, για όλους.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι, αν όλοι κάνουν αποχή, μια άβυσσος θα ανοίξει ανάμεσα στην αναγκαιότητα της νομιμοποίησης μιας εξουσίας από τους πολίτες και στην έλλειψη αυτής της νομιμοποίησης. Μπροστά στο ενδεχόμενο αυτής της αβύσσου, ο σημερινός πολίτης φοβάται και διστάζει. Αλλά δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Αντιμετώπιση της αβύσσου, πρόταση μιας άλλης πηγής νομιμοποίησης, εξαναγκασμός των επαγγελματιών πολιτικών, με τρόπο εντελώς δημοκρατικό και διόλου βίαιο (η βία είναι βιασμός της ιστορίας), να εγκαταλείψουν την κυνική πορεία προς μια άλλη άβυσσο, την άβυσσο της γενικής καταστροφής. Αρνούμαστε τους επαγγελματίες πολιτικούς σημαίνει ότι αρνούμαστε την καθεστηκυία πολιτική που εκφράζουν αυτοί με σάρκα και οστά. Ταυτόχρονα, το ίδιο θάρρος θα ωθήσει τους πολίτες να σκεφτούν άλλες μορφές συμμετοχής και νομιμοποίησης των αποφάσεων. Για παράδειγμα, τη σύσταση παντού επιτροπών για την υπεύθυνη διαφύλαξη μιας μεταβατικής φάσης. Μπροστά στην ανικανότητα, τη διαφθορά και την ανευθυνότητα, των επαγγελματιών πολιτικών, κανένα από όλα τα κατακτημένα δικαιώματα δεν αρκεί. Πρέπει να διαμηνύσουμε ευθαρσώς στους επαγγελματίες πολιτικούς : «Δεν είστε πια νομιμοποιημένοι. Παραιτηθείτε, νέοι άνθρωποι μπορούν να κυβερνήσουν. Όλοι είναι ικανοί για αυτό.» Διότι, δεν λείπουν ούτε ποσοτικά, ούτε ποιοτικά, ικανοί και έντιμοι πολίτες σε μια κοινωνία δώδεκα εκατομμυρίων. Που δεν μπορούν να αυτοκυβερνηθούν, μας λένε οι ιδεολόγοι του πολιτικού καθεστώτος, διότι είναι πολλοί. Ερωτώ : πώς γίνεται και μέσα σε τόσο πολλούς, δεν βρίσκονται επίσης πολλοί και εναλλασσόμενοι κάθε φορά για να κυβερνήσουν, αλλά ολίγοι διαρκώς και πάντα οι ίδιοι ασκούν το ρόλο αυτό ;
ΙΙΙ
8. Τι θα μπορούσε να είναι σήμερα μια εναλλακτική πολιτική ;
Μια άλλη ερώτηση, γενικότερη, προηγείται αυτής της βασικής, αφετηριακής, ερώτησης, με βάση τη σημερινή κατάσταση των δυτικών κοινωνιών : τι θέλουμε να κάνουμε με μια άλλη πολιτική ; Θέλουμε να αλλάξουμε δημοκρατικά – πάντα δημοκρατικά – τα πάντα. Και προπαντός θέλουμε να εκθρονίσουμε τις κυρίαρχες αξίες αυτής της κοινωνίας και να δημιουργήσουμε άλλες αξίες. Η καθεστηκυία πολιτική δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τις κυρίαρχες αξίες. Για αυτή, είναι δεδομένες.
Ένα άτομο, όταν γεννιέται σε αυτή την κοινωνία, είναι πάντα προορισμένο – από ποιον άραγε ; – να ανατρέφεται από μια οικογένεια, να διαμορφώνεται κατόπιν μέσα σε μια κρατική εκπαίδευση – ποιος άραγε έχει αποφασίσει το περιεχόμενό της ; Προορίζεται, στη συνέχεια, για μια επαγγελματική επιμόρφωση με στόχο να ασκήσει την πιο θετικά αξιολογημένη σήμερα δραστηριότητα ανάμεσα σε όλες τις άλλες δραστηριότητες της ανθρώπινης ζωής, δηλαδή να κάνει μια δουλειά για να κερδίζει το ψωμί του. Και αν όλο και περισσότερο το σημερινό άτομο έχει την τάση να αποκτήσει περισσότερο «ελεύθερο χρόνο» για διακοπές – σε αντίθεση με το δουλικό χρόνο της δουλειάς –, μέχρι τη στιγμή της σύνταξης και του θανάτου, τι άλλο σημαίνει αυτό αν όχι ότι θεωρεί την εργασία που κάνει για να κερδίζει το ψωμί του μια αναπόφευκτη αγγαρεία, από την οποία ζητά να ξεφύγει όσο γίνεται πιο γρήγορα ;
9. Θέλουμε να αλλάξουμε αυτό το δρομολόγιο. (Η συνοπτική περιγραφή του είναι ένας τρόπος ανάμεσα σε άλλους για να απεικονίσω τις κυρίαρχες σήμερα αξίες.) Δεν θέλουμε όμως να προτείνουμε μία και μοναδική εναλλακτική διαδρομή για τον καθένα και για όλους. Θέλουμε να πολλαπλασιάσουμε αυτές τις διαδρομές και να δημιουργήσουμε όσο γίνεται περισσότερες δυνατότητες για τον καθένα, ανάλογα με τις ικανότητές του, τις προσδοκίες του, τα ταλέντα του, για να αναπτύξει την προσωπικότητά του. Θέλουμε να δώσουμε στην εκπαίδευση (από τη γέννηση μέχρι το θάνατο), στην «εργασία», στις διαπροσωπικές σχέσεις και στον πολιτισμό (είναι οι τέσσερεις άξονες που μπορούν να δημιουργήσουν τις συνθήκες για μια ατομική ζωή ελεύθερη και αυτόνομη) τη θέση που τους αξίζει σε μια κοινωνία ελεύθερη και αυτόνομη. Πώς να εγγυηθούμε αυτή την ελευθερία και αυτή την πολλαπλότητα των ατομικών διαδρομών, χωρίς να δεχτούμε ότι η προοπτική του καθενός επιλέγεται από τον ίδιο και ο προορισμός όλων από όλους ;
10. Τα ερωτήματα αυτά συνδέονται στενά με το κατεξοχήν πολιτικό ζήτημα της εποχής μας : επινόηση ενός νέου νοήματος ζωής για τον καθέναν και για όλους, δημιουργία πολλών νοημάτων-στόχων κοινωνικής ζωής αντί του ενός και μοναδικού για τον καθένα και για όλους που ισχύει στη σύγχρονη πραγματικότητα : ανάπτυξη.
11. Γίνεται τώρα φανερό ότι η καθεστηκυία πολιτική δεν έχει καμιά σχέση με αυτά τα θεμελιώδη ζητήματα της εποχής μας. Το πρώτο και μοναδικό ενδιαφέρον της καθεστηκυίας πολιτικής είναι η διατήρηση της κοινωνίας στην τωρινή της κατάσταση, με μικρές ή μεγάλες αλλαγές που δεν αγγίζουν τον σκληρό πυρήνα της ουσίας της. Είναι ένας από τους λόγους, και εν τέλει ο βασικός λόγος, για τον οποίον πρέπει να τελειώνουμε μια και καλή με αυτή την πολιτική.
12. Μπορούμε να βρούμε όσες διαιρέσεις θέλουμε για τα μέλη των σημερινών κοινωνιών. Αριστεροί ή δεξιοί, με βάση προφανώς την καθεστηκυία πολιτική. Φτωχοί ή πλούσιοι, με βάση την πραγματική δυστυχώς κοινωνική κατάσταση. Συντηρητικοί ή προοδευτικοί, με βάση την εντελώς λανθασμένη αντίληψη ότι η ιστορία έχει νόημα και κατεύθυνση, και ότι προχωρά αναπόφευκτα προς την πρόοδο, την εξέλιξη, την ισότητα και ούτω καθεξής. Η αυθεντική πολιτική διαίρεση είναι αυτή : συμφωνείτε ή όχι με την καθεστηκυία πολιτική ; Είστε υπέρ ή κατά της δημοκρατίας ; Αν είστε υπέρ της δημοκρατίας, δεν μπορείτε να ανεχόσαστε το ρόλο που σας επιφυλάσσει το πολιτικό καθεστώς, ρόλο βωβού και αλλοτριωμένου ψηφοφόρου.
13. Τι θα μπορούσε να είναι σήμερα μια εναλλακτική πολιτική ; Η σκέψη και η συμβολή του καθενός για την επινόηση νέων αξιών, και η ατομική και συλλογική πράξη με στόχο τη θέσμιση αυτών των αξιών, σε όλους τους τομείς της κοινωνκής ζωής. Και παράλληλα, η δημιουργία ενός νέου πολιτεύματος, αυθεντικά δημοκρατικού, που θα θέσει ως πρωταρχική, ιδρυτική και θεμελιώδη, αρχή το δικαίωμα όλων να αποφασίζουν για τις κύριες κατευθύνσεις της κοινωνίας και για τους θεμελιώδεις νόμους της.
IV
14. Με βάση την ανάλυση που προηγήθηκε, ένα από τα μέγιστα ζητήματα της εποχής μας, η πολιτική απάθεια, φωτίζεται διαφορετικά. Αντί να επικρίνουμε θρηνολογώντας την αδιαφορία των ανθρώπων για τα κοινά, οφείλουμε να διακρίνουμε σε αυτό που νομίζουμε πως είναι αδιαφορία μια κριτική στάση ως προς την καθεστηκυία πολιτική. Στάση η οποία προφανώς δεν αρκεί για να αλλάξει η πορεία των πραγμάτων, είναι όμως ένα πρώτο βήμα απεγκλωβισμού. Έτσι, θεωρώντας τους ανθρώπους ως πολίτες, θα μπορούσαμε να τους απευθύνουμε τις παρακάτω αντι-προσκλήσεις και προσκλήσεις.
15. Δεν σας καλώ να γραφτείτε σε ένα πολιτικό κόμμα – αφού είναι μηχανισμός απαραίτητος για τη λειτουργία του σημερινού πολιτικού καθεστώτος. Δεν σας καλώ να διαδηλώσετε στους δρόμους υπέρ των κρατικών υπηρεσιών, άκρως γραφειοκρατικών, ούτε υπέρ της αγοραστικής δύναμης – να αγοράσουμε τι ; – ούτε για την απασχόληση – να δουλέψουμε για τι ; για ποιον ; για να παράγουμε τι ; Σας καλώ – είναι πια καιρός για την πρόσκληση αυτή –, να καταλάβουμε ότι το να δράσουμε πολιτικά είναι άλλο πράγμα από να εκτελούμε όλες αυτές τις παραδοσιακές ενέργειες που ενδυναμώνουν την κοινωνία στην οποία ενδεχομένως είσαστε αντίθετοι.
16. Σας καλώ να σκεφτείτε ότι το νόημα της ζωής δεν είναι μια για πάντα δοσμένο και μάλιστα από κάποιον άλλο. Η ζωή μας έχει σήμερα «νόημα» και προκαθορισμένο δρομολόγιο· λέγονται με μια λέξη τρέξιμο, και στην «εκλεπτυσμένη» γλώσσα των ειδικών ανάπτυξη ή εκσυγχρονισμός. Το «νόημα» της σημερινής μας ζωής οδηγεί στη μιζέρια με όλη τη σημασία της : μιζέρια συναισθηματική, διανοητική, σχέσεων, πολιτισμική, οικονομική. Η μιζέρια δεν είναι μόνο, ούτε κυρίως, οικονομική. Το «νόημα» της σημερινής μας ζωής οδηγεί στην επανάληψη, τη μονοτονία, την αδυσώπητη ρουτίνα.
17. Σίγουρα, η επινόηση ενός νέου νοήματος ζωής για τον καθένα και για όλους είναι ένα δύσκολο έργο. Προϋποθέτει έναν βαθύ πολιτισμικό μετασχηματισμό, μια νέα ιστορική δημιουργία. Αλλά, όσο δύσκολο κι αν είναι, αποτελεί τον μοναδικό δρόμο προς την ελευθερία. Πανεύκολα, μπορούμε να πάμε από εκλογές σε εκλογές, από διαδήλωση σε διαδήλωση, από τη μια αλλοτρίωση στην άλλη. Τίποτα δεν θα αλλάξει στα συγκεκριμένα και καθημερινά πράγματα της ζωής μας. Ακόμη κι αν έχουμε μια άλλη Βουλή, άλλους πρωθυπουργούς, η μιζέρια θα συνεχιστεί. Όσο οι πολίτες δεν παίρνουν τα πράγματα στα χέρια τους, όσο η ζωή τους δεν θα εξαρτάται, στο μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού, μόνο από τις δικές τους ατομικές και συλλογικές αποφάσεις, ουσιαστικά τίποτα δεν θα αλλάξει.
18. Οι σημερινές ελίτ, μας επιφυλάσσουν τη μιζέρια του σήμερα και μας προετοιμάζουν για τη μιζέρια του αύριο. Η λύση δεν είναι να αλλάξουμε ελίτ. Η λύση είναι να καταστρέψουμε την ιδέα της ελίτ, ιδέα που προϋποθέτει ξεκάθαρα ότι εμείς, οι άλλοι, είμαστε ένα τίποτα στον τομέα της πολιτικής. Αυτός που ψηφίζει ή συμμετέχει με τον οιονδήποτε τρόπο στην καθεστηκυία πολιτική, αποδέχεται ρητά ή έμμεσα, συνειδητά ή όχι, αυτή την κάλπικη πολιτική. Αποδέχεται την ταπεινωτική και απάνθρωπη προϋπόθεσή της : «είμαι ένα τίποτα». Δεν υπάρχει παρά μία και μόνο λύση για να καταργήσουμε αυτή την προϋπόθεση : να απορρίψουμε οριστικά, κατηγορηματικά και αμετάκλητα, την καθεστηκυία πολιτική. Και να εργαστούμε για τη δυνατότητα ανάδυσης μιας αυθεντικής πολιτικής, με στόχους ένα δημοκρατικό πολίτευμα, μια νέα πολυποίκιλη διαδρομή για τον καθένα μας και για όλους, ένα νέο νόημα ελεύθερης ζωής σε μια αυτόνομη κοινωνία.
νίκος ηλιόπουλος
Παρίσι, Απρίλιος 2014